Apoyar en griego
traducción: apoyar, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
βοηθώ, υποστήριγμα, βοήθεια, στήριγμα, συμπαράσταση, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: apoyar
apoyar en catalan, apoyar a alguien, apoyar la mocion, apoyar rae, apoyar sinonimo, apoyar diccionario de idioma griego, apoyar en griego
Traducciones
- apostólico en griego - αποστολικός, αποστολική, αποστολικής, αποστολικό, αποστολικού
- apoteosis en griego - αποθέωση, αποθέωσης, αποθέωσή, την αποθέωση, αποθέωση που
- apoyarse en griego - κλίνω, ακουμπώ, γέρνω, άπαχος, ψαχνό, άπαχο, σε άπαχο, ...
- apoyo en griego - υποστήριγμα, συμπαράσταση, βοήθεια, στήριγμα, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, ...
palabras al azar
Apoyar en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: βοηθώ, υποστήριγμα, βοήθεια, στήριγμα, συμπαράσταση, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Traducciones: βοηθώ, υποστήριγμα, βοήθεια, στήριγμα, συμπαράσταση, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη