Aptitud en griego
traducción: aptitud, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
ταλέντο, ικανότητα, προτέρημα, πρόκριση, κλίση, καταλληλότητα, γυμναστήριο, γυμναστικής, fitness, φυσικής κατάστασης
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: aptitud
aptitud definicion, aptitud espacial, aptitud sinonimo, aptitud significado, aptitud fisica, aptitud diccionario de idioma griego, aptitud en griego
Traducciones
- aproximación en griego - προσέγγιση, πλησιάζω, προσεγγίζω, μέθοδος, προσεγγίσεως, προσέγγισης, την προσέγγιση
- aproximadamente en griego - για, περί, περίπου, σχετικά με, σχετικά, για το
- apto en griego - κατάλληλος, επιρρεπής, ικανός, κατάλληλο, κατάλληλη, κατάλληλα, κατάλληλες
- apuesta en griego - στοιχηματίζω, στοίχημα, στοιχήματος, στοίχημά, ποντάρισμα, όλες τις αποδόσεις
palabras al azar
Aptitud en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: ταλέντο, ικανότητα, προτέρημα, πρόκριση, κλίση, καταλληλότητα, γυμναστήριο, γυμναστικής, fitness, φυσικής κατάστασης
Traducciones: ταλέντο, ικανότητα, προτέρημα, πρόκριση, κλίση, καταλληλότητα, γυμναστήριο, γυμναστικής, fitness, φυσικής κατάστασης