Atributo en griego
traducción: atributo, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
σπίτι, περιουσία, αποδίδω, αφιέρωμα, κτήμα, ιδιότητα, σουσούμι, ακίνητο, χαρακτηριστικό, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: atributo
atributo y complemento predicativo, atributo ejemplos, atributo sintaxis, atributo html, atributo multivaluado, atributo diccionario de idioma griego, atributo en griego
Traducciones
- atrevimiento en griego - τόλμη, θράσος, την τόλμη, παρρησία, θάρρος, τόλμης
- atribuir en griego - επιρρίπτω, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, ιδιότητα, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
- atrincherarse en griego - σκάβουν, σκάψει, σκάψουν, σκάβουμε, σκάβετε
- atrocidad en griego - θηριωδία, φρικαλεότητα, αγριότητα, θηριωδίας, κτηνωδία
palabras al azar
Atributo en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: σπίτι, περιουσία, αποδίδω, αφιέρωμα, κτήμα, ιδιότητα, σουσούμι, ακίνητο, χαρακτηριστικό, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
Traducciones: σπίτι, περιουσία, αποδίδω, αφιέρωμα, κτήμα, ιδιότητα, σουσούμι, ακίνητο, χαρακτηριστικό, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα