Autopista en griego
traducción: autopista, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
αυτοκινητόδρομος, αυτοκινητόδρομο, αυτοκινητόδρομου, αυτοκινητόδρομων
otros Idiomas
Palabras relacionadas: autopista
autopista central, autopista del mediterraneo, autopista revista, autopista a7, autopista del sol, autopista diccionario de idioma griego, autopista en griego
Traducciones
- automóvil en griego - όχημα, αυτοκίνητο, κούρσα, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό
- autonomía en griego - αυτονομία, αυτονομίας, την αυτονομία, της αυτονομίας, η αυτονομία
- autor en griego - συγγραφέας, δημιουργός, συγγραφέα, Συντάκτης, συντάκτη, δημιουργού
- autoridad en griego - κύρος, εξουσία, αυθεντία, αρχή, αρχής, αρχές, αρχή που
palabras al azar
Autopista en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: αυτοκινητόδρομος, αυτοκινητόδρομο, αυτοκινητόδρομου, αυτοκινητόδρομων
Traducciones: αυτοκινητόδρομος, αυτοκινητόδρομο, αυτοκινητόδρομου, αυτοκινητόδρομων