Capar en griego
traducción: capar, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
μουνουχίζω, εκτέμνω, ευνουχιστικά, ευνουχισμού, ευνουχισμένα
otros Idiomas
Palabras relacionadas: capar
capar significado, capar pollos, capar perros consecuencias, capar tomates, capar internet, capar diccionario de idioma griego, capar en griego
Traducciones
- capa en griego - μπέρτα, κάπα, πατατούκα, στρώμα, ακρωτήριο, κρεβάτι, στιβάδα, ...
- capacidad en griego - καταλληλότητα, ικανότητα, αποτελεσματικότητα, χωρητικότητα, πρόκριση, ικανότητας, χωρητικότητας, ...
- capataz en griego - εργοδηγός, επιστάτης, Foreman, επιστάτη, εργοδηγό
- capaz en griego - αποδοτικός, ευρύχωρος, ικανός, αποτελεσματικός, θέση, σε θέση, μπορούν, ...
palabras al azar
Capar en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: μουνουχίζω, εκτέμνω, ευνουχιστικά, ευνουχισμού, ευνουχισμένα
Traducciones: μουνουχίζω, εκτέμνω, ευνουχιστικά, ευνουχισμού, ευνουχισμένα