Corresponder en griego
traducción: corresponder, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
ανταποκρίνομαι, συμφωνώ, αντιστοιχώ, επικοινωνώ, αντιστοιχούν, αντιστοιχεί, ανταποκρίνεται, ανταποκρίνονται, να αντιστοιχεί
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: corresponder
corresponder rae, corresponder en ingles, corresponder con, corresponder dos cosas, corresponder conjugacion, corresponder diccionario de idioma griego, corresponder en griego
Traducciones
- correría en griego - επιδρομή, RAID, επιδρομής, έφοδο, έφοδος
- correspondencia en griego - επικοινωνία, αλληλογραφία, αλληλογραφίας, αντιστοιχία, η αλληλογραφία, την αλληλογραφία
- correspondiente en griego - αντίστοιχος, αντιστοιχεί, που αντιστοιχεί, αντιστοιχούν, αντίστοιχη
- corresponsal en griego - απεσταλμένος, ανταποκριτής, ανταποκριτή, ανταποκρίτρια, ανταποκριτριών, ανταποκριτών
palabras al azar
Corresponder en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: ανταποκρίνομαι, συμφωνώ, αντιστοιχώ, επικοινωνώ, αντιστοιχούν, αντιστοιχεί, ανταποκρίνεται, ανταποκρίνονται, να αντιστοιχεί
Traducciones: ανταποκρίνομαι, συμφωνώ, αντιστοιχώ, επικοινωνώ, αντιστοιχούν, αντιστοιχεί, ανταποκρίνεται, ανταποκρίνονται, να αντιστοιχεί