Crédulo en griego

traducción: crédulo, diccionario: español » griego

lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
εύπιστος, ευκολόπιστος, μωρόπιστος, αφελείς, εύπιστους, αφελείς οι, εύπιστη
Crédulo en griego
Palabras relacionadas
otros Idiomas

Palabras relacionadas: crédulo

crédulo significado rae, crédulo en inglés, que es crédulo, crédulo wikipedia, crédulo definicion, crédulo diccionario de idioma griego, crédulo en griego

Traducciones

  • cráter en griego - κρατήρας, κρατήρα, του κρατήρα, κρατήρων, ηφαίστειο
  • crédito en griego - δανεισμός, δάνειο, πίστη, πεποίθηση, πίστωση, πιστωτικών, πιστωτική, ...
  • cría en griego - αναπαραγωγή, αναπαραγωγής, εκτροφή, εκτροφής, την αναπαραγωγή
  • crítica en griego - κριτική, επίκριση, ανασκόπηση, ανασκοπώ, αναθεωρώ, αναθεώρηση, επανεξέταση, ...
palabras al azar
Crédulo en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: εύπιστος, ευκολόπιστος, μωρόπιστος, αφελείς, εύπιστους, αφελείς οι, εύπιστη