Objeto en griego
traducción: objeto, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
αποβλέπω, σκοπός, γκολ, βλέψη, αντιτείνω, στοχεύω, αντικείμενο, πράγμα, σκοπεύω, αντικειμενικός, στόχος, αντικειμένου, αντικείμενο της
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: objeto
objeto romo, objeto directo, objeto ole, objeto directo e indirecto, objeto petrificado dark souls 2, objeto diccionario de idioma griego, objeto en griego
Traducciones
- objetividad en griego - αντικειμενικότητα, αντικειμενικότητας, της αντικειμενικότητας, την αντικειμενικότητα, αντικειμενικότητά
- objetivo en griego - στόχος, αντικείμενο, σκοπός, σκοπεύω, βλέψη, αποβλέπω, αντιτείνω, ...
- oblea en griego - όστια, πλακιδίων, γκοφρέτα, βάφρας, wafer
- oblicuo en griego - λοξός, πλάγιος, λοξή, λοξό, λοξές
palabras al azar
Objeto en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: αποβλέπω, σκοπός, γκολ, βλέψη, αντιτείνω, στοχεύω, αντικείμενο, πράγμα, σκοπεύω, αντικειμενικός, στόχος, αντικειμένου, αντικείμενο της
Traducciones: αποβλέπω, σκοπός, γκολ, βλέψη, αντιτείνω, στοχεύω, αντικείμενο, πράγμα, σκοπεύω, αντικειμενικός, στόχος, αντικειμένου, αντικείμενο της