Recto en griego
traducción: recto, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
ίσιος, τίμιος, δικαίωμα, σωστός, δεξιός, έντιμος, ευθύς, διορθώνω, ευθεία, ίσια, ευθείας, ευθείες
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: recto
recto anterior, recto en ingles, recto sigma, recto verso, recto interno, recto diccionario de idioma griego, recto en griego
Traducciones
- rectificar en griego - διορθώνω, σωστός, τροποποιώ, διορθώσει, επανορθώσει, να διορθώσει, διορθωθεί, ...
- rectitud en griego - ευσυνειδησία, ορθότητα, ακεραιότητα, ευθύτητα, ευθύτητας, ευθύγραμμο, η ευθύτητα, ...
- rector en griego - πρύτανης, πρύτανη, Rector, εφημέριος, Πρυτανικό
- recuerdo en griego - υπόλειμμα, μνήμη, ανάμνηση, αναμνηστικό, κουπόνι, δείγμα, ενθύμιο, ...
palabras al azar
Recto en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: ίσιος, τίμιος, δικαίωμα, σωστός, δεξιός, έντιμος, ευθύς, διορθώνω, ευθεία, ίσια, ευθείας, ευθείες
Traducciones: ίσιος, τίμιος, δικαίωμα, σωστός, δεξιός, έντιμος, ευθύς, διορθώνω, ευθεία, ίσια, ευθείας, ευθείες