Unánime en griego
traducción: unánime, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
ομόφωνος, ομόφωνη, ομόφωνα, ομοφωνία στις αξιολογήσεις, ομοφωνία στις αξιολογήσεις τους, ομοφωνία
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: unánime
unánime noche, unánime en ingles, unánime rae, unánime definicion, unánime deluxe, unánime diccionario de idioma griego, unánime en griego
Traducciones
- unto en griego - λιπαντικό, γράσο, επιχρίω, πασαλείφω, πασαλείβω, ανεπίχριστοι, daub
- untuoso en griego - χοντρός, χόνδρος, λιπαρός, λίπος, γλοιώδης, λιπαρή, λιπαρό, ...
- unánimemente en griego - ομόφωνα, παμψηφεί, ομοφωνία, ομοφώνως, με ομοφωνία
- uranio en griego - ουράνιο, ουρανίου, του ουρανίου, το ουράνιο, ουράνιου
palabras al azar
Unánime en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: ομόφωνος, ομόφωνη, ομόφωνα, ομοφωνία στις αξιολογήσεις, ομοφωνία στις αξιολογήσεις τους, ομοφωνία
Traducciones: ομόφωνος, ομόφωνη, ομόφωνα, ομοφωνία στις αξιολογήσεις, ομοφωνία στις αξιολογήσεις τους, ομοφωνία