Utilización en griego
traducción: utilización, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
άσκηση, χρήση, εργασία, χρησιμοποιώ, χρησιμοποίηση, χρησιμοποίησης, αξιοποίηση, χρησιμοποίηση της, τη χρησιμοποίηση
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: utilización
utilización de las comillas, utilización de los dos puntos, utilización de porque, utilización de la pizarra digital interactiva, utilización de mayúsculas, utilización diccionario de idioma griego, utilización en griego
Traducciones
- utensilio en griego - σκεύος, όργανο, υλοποιώ, εργαλείο, σκεύη, σκεύους, μαγειρικά σκεύη, ...
- utilidad en griego - χρησιμότητα, βοηθητικό πρόγραμμα, χρησιμότητας, βοηθητικό, κοινής ωφέλειας
- utilizar en griego - εφαρμόζω, χρησιμοποιώ, χρήση, βάζω, ασκώ, αιτούμαι, χρήσης, ...
- uva en griego - σταφύλι, σταφυλιών, σταφυλιού, σταφυλής, σταφυλιών που
palabras al azar
Utilización en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: άσκηση, χρήση, εργασία, χρησιμοποιώ, χρησιμοποίηση, χρησιμοποίησης, αξιοποίηση, χρησιμοποίηση της, τη χρησιμοποίηση
Traducciones: άσκηση, χρήση, εργασία, χρησιμοποιώ, χρησιμοποίηση, χρησιμοποίησης, αξιοποίηση, χρησιμοποίηση της, τη χρησιμοποίηση