Ala kreikaksi
Käännös: ala, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
γραμμή, κλάδος, φάσμα, βαθμός, ρυτίδα, έκταση, ταπεινώνω, υπόθεση, επαρχία, σκουπίζω, γη, υποκατάστημα, έδαφος, πεδίο, προέκταση, πατρίδα, περιοχή, περιοχής, χώρο, ζώνη
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: ala
ala arkkitehdit, ala aste, ala carte, ala carte keittiöt, ala englanniksi, ala kielisanakirja kreikka, ala kreikaksi
Käännökset
- akuutti kreikaksi - οξυδερκής, έντονος, οξύς, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ
- akvaario kreikaksi - ενυδρείο, ενυδρείου, ενυδρείων, του ενυδρείου, το ενυδρείο
- ala-arvoinen kreikaksi - κατώτερος, ελεεινός, μέτριος, υποδεέστερος, πενιχρός, παρακατιανός, κατώτερη, ...
- alahuomautus kreikaksi - υποσημείωση, υποσημείωσης, την υποσημείωση, η υποσημείωση, στην υποσημείωση
Satunnaisia sanoja
Ala kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: γραμμή, κλάδος, φάσμα, βαθμός, ρυτίδα, έκταση, ταπεινώνω, υπόθεση, επαρχία, σκουπίζω, γη, υποκατάστημα, έδαφος, πεδίο, προέκταση, πατρίδα, περιοχή, περιοχής, χώρο, ζώνη
Käännökset: γραμμή, κλάδος, φάσμα, βαθμός, ρυτίδα, έκταση, ταπεινώνω, υπόθεση, επαρχία, σκουπίζω, γη, υποκατάστημα, έδαφος, πεδίο, προέκταση, πατρίδα, περιοχή, περιοχής, χώρο, ζώνη