Asumaton kreikaksi
Käännös: asumaton, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
άδειος, κενός, άστατος, ακατοίκητος, ακατοίκητο, ακατοίκητα, ακατοίκητη, ακατοίκητες
Muut kielet
Liittyvät sanat: asumaton
asumaton alue, asumaton englanniksi, asumaton englanti, asumaton merkitys, asumaton ratkojat, asumaton kielisanakirja kreikka, asumaton kreikaksi
Käännökset
- asukasluku kreikaksi - πληθυσμός, πληθυσμού, πληθυσμό, του πληθυσμού, τον πληθυσμό
- asukki kreikaksi - κάτοικος, τρόφιμος, έγκλειστος, κρατούμενος, κρατούμενο, κρατουμένου
- asuminen kreikaksi - στέγαση, στεγαστικός, κατοικία, διαμονή, διαμονής, κατοικίας, παραμονής
- asumus kreikaksi - στέγαση, στεγαστικός, κατοικία, σπίτι, κατάλυμα, κατοικίας, οικιστικές, ...
Satunnaisia sanoja
Asumaton kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: άδειος, κενός, άστατος, ακατοίκητος, ακατοίκητο, ακατοίκητα, ακατοίκητη, ακατοίκητες
Käännökset: άδειος, κενός, άστατος, ακατοίκητος, ακατοίκητο, ακατοίκητα, ακατοίκητη, ακατοίκητες