Autio kreikaksi
Käännös: autio, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
γυμνός, κάτισχνος, μοναχικός, άγριος, ακατοίκητος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: autio
antti autio, autio englanniksi, autio hautaustoimisto, autio kajaani, autio maa, autio kielisanakirja kreikka, autio kreikaksi
Käännökset
- aurinkoinen kreikaksi - ηλιόλουστος, Sunny, ηλιόλουστη, ηλιόλουστο, ηλιόλουστες
- autereinen kreikaksi - ομιχλώδης, ομιχλώδη, misty, θολό τοπίο, ομίχλη
- autioittaa kreikaksi - ερημώνω, ερημώ, ερήμωσης και αποπληθυσμού της, μειώνω τον πληθυσμό, ερήμωσης και αποπληθυσμού
- autiomaa kreikaksi - έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
Satunnaisia sanoja
Autio kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: γυμνός, κάτισχνος, μοναχικός, άγριος, ακατοίκητος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
Käännökset: γυμνός, κάτισχνος, μοναχικός, άγριος, ακατοίκητος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο