Eittää kreikaksi
Käännös: eittää, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
απαγορεύω, διεκδικώ, διένεξη, σκουπίδια, διαφωνία, διαγωνισμός, διαγωνισμό, διαγωνισμού, του διαγωνισμού, αγώνα
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: eittää
eittää englanniksi, eittää merkitys, eittää ruotsiksi, eittää sanaristikko, eittää suomeksi, eittää kielisanakirja kreikka, eittää kreikaksi
Käännökset
- eittämättä kreikaksi - αναμφισβήτητα, ομολογουμένως, γενική ομολογία, κατά γενική ομολογία, ομολογία, Είναι αληθές ότι
- eittämätön kreikaksi - θετικός, Η, Το, ο, την, τη
- eka kreikaksi - πρώτος, EKA, ΕΚΑ, της EKA, Ε.Κ.Α., η EKA
- ekologia kreikaksi - οικολογία, οικολογίας, την οικολογία, της οικολογίας, η οικολογία
Satunnaisia sanoja
Eittää kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: απαγορεύω, διεκδικώ, διένεξη, σκουπίδια, διαφωνία, διαγωνισμός, διαγωνισμό, διαγωνισμού, του διαγωνισμού, αγώνα
Käännökset: απαγορεύω, διεκδικώ, διένεξη, σκουπίδια, διαφωνία, διαγωνισμός, διαγωνισμό, διαγωνισμού, του διαγωνισμού, αγώνα