Erota kreikaksi

Käännös: erota, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
διχόνοια, χωριστός, χωρίζω, διχάζω, ασυμφωνία, μερίδιο, ξεχωριστός, παραιτούμαι, διαιρώ, διαζύγιο, ιδιαίτερος, αποσύρομαι, παραιτηθεί, παραιτούνται, παραιτηθούν, να παραιτηθεί, παραίτησή
Erota kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: erota

erota englanniksi, erota kirkosta, erota kirkosta englanniksi, erota merkitys, erota ruotsiksi, erota kielisanakirja kreikka, erota kreikaksi

Käännökset

  • eroosio kreikaksi - διάβρωση, διάβρωσης, τη διάβρωση, της διάβρωσης, διάβρωση του
  • eroottinen kreikaksi - ερωτικός, ερωτική, ερωτικό, ερωτικά, ερωτικές
  • erotella kreikaksi - χωριστός, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, χωρίζω, ξεχωριστό, ξεχωριστή, χωριστή
  • erotiikka kreikaksi - ερωτομανία, ερωτισμό, ερωτισμός, ερωτισμού, τον ερωτισμό
Satunnaisia sanoja
Erota kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: διχόνοια, χωριστός, χωρίζω, διχάζω, ασυμφωνία, μερίδιο, ξεχωριστός, παραιτούμαι, διαιρώ, διαζύγιο, ιδιαίτερος, αποσύρομαι, παραιτηθεί, παραιτούνται, παραιτηθούν, να παραιτηθεί, παραίτησή