Halkio kreikaksi
Käännös: halkio, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
διχοτομία, τρύπα, διέξοδος, σχισμή, ράγισμα, σπάζω, μοιράζω, ραγίζω, ρωγμή, μοίρα, σχισμής, εγκοπή, σχισμών, εγκοπής
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: halkio
halkio alushousut, halkio englanniksi, halkio leikkaus, halkio merkitys, halkio ompelu, halkio kielisanakirja kreikka, halkio kreikaksi
Käännökset
- halkeama kreikaksi - σπάζω, χάσμα, ενοίκιο, ράγισμα, σχισμή, ρωγμή, ενοικιάζω, ...
- halki kreikaksi - μοίρα, απέναντι, μοιράζω, χωριστά, διχοτομία, διαμέσου, μέσω, ...
- halko kreikaksi - ξύλο, κούτσουρο, συνδεθείτε, log, να συνδεθείτε, συνδέεστε
- halkoa kreikaksi - διχοτομία, χωριστός, φέτα, διχάζω, μοίρα, ξεχωριστός, κόβω, ...
Satunnaisia sanoja
Halkio kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: διχοτομία, τρύπα, διέξοδος, σχισμή, ράγισμα, σπάζω, μοιράζω, ραγίζω, ρωγμή, μοίρα, σχισμής, εγκοπή, σχισμών, εγκοπής
Käännökset: διχοτομία, τρύπα, διέξοδος, σχισμή, ράγισμα, σπάζω, μοιράζω, ραγίζω, ρωγμή, μοίρα, σχισμής, εγκοπή, σχισμών, εγκοπής