Hankala kreikaksi
Käännös: hankala, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
άβολος, σύνθετος, πολυσύνθετος, δύσκολος, αδέξιος, περίπλοκος, πολύπλοκος, ατζαμής, δυσκίνητος, δυσκίνητη, δυσκίνητες, επαχθείς, επαχθής
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: hankala
hankala alainen, hankala asiakas, hankala englanniksi, hankala ihminen, hankala merkitys, hankala kielisanakirja kreikka, hankala kreikaksi
Käännökset
- hangata kreikaksi - ξύνω, χτενίζω, τρίβω, μασάζ, Απολέπιση, scrub, τρίβει, ...
- hanhi kreikaksi - χήνα, χήνας, χήνες, της χήνας, χηνών
- hankaluus kreikaksi - πρόβλημα, ενοχλώ, φασαρία, πορθμός, δυσχέρεια, ενόχληση, ταλαιπωρία, ...
- hankaus kreikaksi - προστριβή, τριβή, τρίψιμο, τρίβει, το τρίψιμο, τρίβοντας
Satunnaisia sanoja
Hankala kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: άβολος, σύνθετος, πολυσύνθετος, δύσκολος, αδέξιος, περίπλοκος, πολύπλοκος, ατζαμής, δυσκίνητος, δυσκίνητη, δυσκίνητες, επαχθείς, επαχθής
Käännökset: άβολος, σύνθετος, πολυσύνθετος, δύσκολος, αδέξιος, περίπλοκος, πολύπλοκος, ατζαμής, δυσκίνητος, δυσκίνητη, δυσκίνητες, επαχθείς, επαχθής