Hankkia kreikaksi

Käännös: hankkia, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
αποκτώ, προμηθεύομαι, καθιστώ, προμηθεύω, παρέχω, διασφαλίζω, ασφαλής, προνοώ, κατορθώνω, εδραιώνω, επιτυγχάνω, αγορά, ασφαλίζω, κάνω, παροχή, χορήγηση, αγοράζω, αγοράσετε, αγοράσει, αγοράσουν
Hankkia kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: hankkia

hankkia englanniksi, hankkia in english, hankkia lapsi yksin, hankkia merkitys, hankkia ratkojat, hankkia kielisanakirja kreikka, hankkia kreikaksi

Käännökset

  • hanki kreikaksi - κρούστα, κόρα, χιονίζω, καύκαλο, χιόνι, αποκτήθηκαν, απέκτησε, ...
  • hankinta kreikaksi - παρέχω, μέριμνα, παράδοση, παραλαβή, χορήγηση, παροχή, προμήθεια, ...
  • hanko kreikaksi - δίκρανο, Δικρανιά, pitchfork, Δικρανιά για, δικράνι
  • hansikas kreikaksi - γάντι, γαντιών, γαντιού, των γαντιών, του συνοδηγού
Satunnaisia sanoja
Hankkia kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: αποκτώ, προμηθεύομαι, καθιστώ, προμηθεύω, παρέχω, διασφαλίζω, ασφαλής, προνοώ, κατορθώνω, εδραιώνω, επιτυγχάνω, αγορά, ασφαλίζω, κάνω, παροχή, χορήγηση, αγοράζω, αγοράσετε, αγοράσει, αγοράσουν