Harja kreikaksi

Käännös: harja, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
πουρμπουάρ, κορώνα, ανύψωση, κορυφώνω, θήκη, χαίτη, πινέλο, αντεπεξέρχομαι, ύψωση, ανάδειξη, κορυφή, κορυφογραμμή, ποδοκόπι, κορόνα, κεφαλιά, ρεγάλο, βούρτσα, βούρτσας, βουρτσάκι, πινέλου
Harja kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: harja

harja englanniksi, harja ja rikkalapio, harja joka ei katko hiuksia, harja lamelli, harja merkitys, harja kielisanakirja kreikka, harja kreikaksi

Käännökset

  • harhautuminen kreikaksi - παρέκβαση, παρεκτροπή, εκτροπή, εκτροπής, παρέκκλιση, εκτροπών, ανωμαλία
  • harhautus kreikaksi - απάτη, εκτροπή, εκτροπής, της εκτροπής, εκτροπής του, η εκτροπή
  • harjaaminen kreikaksi - Το βούρτσισμα, βούρτσισμα, βούρτσισμα των, Το βούρτσισμα των, Βουρτσίζετε
  • harjaannuttaa kreikaksi - αμαξοστοιχία, εκπαιδεύω, τρένο, τρυπάνι, τρυπανιού, διάτρησης, άσκηση, ...
Satunnaisia sanoja
Harja kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: πουρμπουάρ, κορώνα, ανύψωση, κορυφώνω, θήκη, χαίτη, πινέλο, αντεπεξέρχομαι, ύψωση, ανάδειξη, κορυφή, κορυφογραμμή, ποδοκόπι, κορόνα, κεφαλιά, ρεγάλο, βούρτσα, βούρτσας, βουρτσάκι, πινέλου