Hela kreikaksi
Käännös: hela, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ανεβαίνω, έπιπλα, βουνό, όρος, αυξάνομαι, πρόσφορος, μετάλλινος κρίκος, ferrule, συνδετήρα καλωδίων, δακτυλιοειδές βύσμα, του συνδετήρα καλωδίων
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: hela
heikki hela, hela cells, hela englanniksi, hela huset lyrics, hela kauppa, hela kielisanakirja kreikka, hela kreikaksi
Käännökset
- hekuma kreikaksi - πόθος, λαγνεία, σφοδρή επιθυμία, τη σφοδρή επιθυμία, λαγνείας, πόθου
- hekumallinen kreikaksi - οργιαστικός, οργιαστικές, οργιαστική, οργιαστικό, οργιαστικούς
- helakka kreikaksi - έκδηλος, ξεκάθαρα, εναργής, ελευθερώνω, έξοχος, ζωντανός, λαμπερός, ...
- helat kreikaksi - Εξαρτήματα, Συναρμολόγηση, Σύνδεσμοι, Σιδεροδεσία, Fittings
Satunnaisia sanoja
Hela kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ανεβαίνω, έπιπλα, βουνό, όρος, αυξάνομαι, πρόσφορος, μετάλλινος κρίκος, ferrule, συνδετήρα καλωδίων, δακτυλιοειδές βύσμα, του συνδετήρα καλωδίων
Käännökset: ανεβαίνω, έπιπλα, βουνό, όρος, αυξάνομαι, πρόσφορος, μετάλλινος κρίκος, ferrule, συνδετήρα καλωδίων, δακτυλιοειδές βύσμα, του συνδετήρα καλωδίων