Hienosäätää kreikaksi
Käännös: hienosäätää, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
βελτιώνω, ραφινάρω, βερνίκι, στιλβώνω, γυαλίζω, λούστρο, λουστράρω, τελειοποιήσουν, τελειοποίηση, να τελειοποιήσουν, την τελειοποίηση
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: hienosäätää
hienosäätää englanniksi, hienosäätää merkitys, hienosäätää ruotsiksi, hienosäätää sanaristikko, hienosäätää suomeksi, hienosäätää kielisanakirja kreikka, hienosäätää kreikaksi
Käännökset
- hienostuneisuus kreikaksi - βελτίωση, πολιτισμός, επιτήδευση, εκλέπτυνση, πολυπλοκότητα, πολυπλοκότητας, την εκλέπτυνση
- hienostunut kreikaksi - εκλεπτυσμένος, καλλιεργημένος, ραφινάτος, ωραίος, εξελιγμένα, σοφιστικέ, εξελιγμένο, ...
- hienotunteinen kreikaksi - διακριτικός, εχέμυθος, μαλθακός, λεπτός, φίνος, διακριτική, διακριτικό, ...
- hienotunteisuus kreikaksi - διάκριση, περίσκεψη, διακριτικότητα, εχεμύθεια, λεπτότητα, τάκτ, ορθοφροσύνη, ...
Satunnaisia sanoja
Hienosäätää kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: βελτιώνω, ραφινάρω, βερνίκι, στιλβώνω, γυαλίζω, λούστρο, λουστράρω, τελειοποιήσουν, τελειοποίηση, να τελειοποιήσουν, την τελειοποίηση
Käännökset: βελτιώνω, ραφινάρω, βερνίκι, στιλβώνω, γυαλίζω, λούστρο, λουστράρω, τελειοποιήσουν, τελειοποίηση, να τελειοποιήσουν, την τελειοποίηση