Hoivata kreikaksi
Käännös: hoivata, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
υιοθετώ, θετός, ανατρέφω, ανατροφή, γαλουχήσει, καλλιέργεια, τροφοδοτούν, να γαλουχήσει
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: hoivata
hoivata englanniksi, hoivata merkitys, hoivata ratkojat, hoivata ruotsiksi, hoivata sanaristikko, hoivata kielisanakirja kreikka, hoivata kreikaksi
Käännökset
- hoitamaton kreikaksi - ασυνόδευτος, απεριποίητος, αχτένιστα, unkempt, ακτένιστος, απεριποίητα
- hoito kreikaksi - διοίκηση, μεταχείριση, θεραπεία, αγωγή, θεραπείας, επεξεργασία
- hokea kreikaksi - κορακίστικα, λογοδιάρροια, πατήματος, μοτίβο σχεδίασης, γοργή φλυαρία
- hoksata kreikaksi - κλαδάκι, παρατηρώ, πίνακας, διαβλέπω, εφευρίσκω, αντιλαμβάνομαι, κλαδί, ...
Satunnaisia sanoja
Hoivata kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: υιοθετώ, θετός, ανατρέφω, ανατροφή, γαλουχήσει, καλλιέργεια, τροφοδοτούν, να γαλουχήσει
Käännökset: υιοθετώ, θετός, ανατρέφω, ανατροφή, γαλουχήσει, καλλιέργεια, τροφοδοτούν, να γαλουχήσει