Hovikelpoinen kreikaksi
Käännös: hovikelpoinen, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
το Δικαστήριο δέχεται, Δικαστηρίου απαγορεύει την, Δικαστηρίου απαγορεύει, το Δικαστήριο το επιτρέψει, του Δικαστηρίου απαγορεύει
Muut kielet
Liittyvät sanat: hovikelpoinen
hovikelpoinen englanniksi, hovikelpoinen juhlaolut, hovikelpoinen merkitys, hovikelpoinen ruotsiksi, hovikelpoinen sanaristikko, hovikelpoinen kielisanakirja kreikka, hovikelpoinen kreikaksi
Käännökset
- housut kreikaksi - περισκελίδα, παντελόνι, παντελόνια, παντελονιού, παντελονιών, το παντελόνι
- hovi kreikaksi - ερωτοτροπώ, δικαστήριο, αυλή, γήπεδο, Δικαστηρίου, δικαστικών, δικαστική
- hovimestari kreikaksi - μπάτλερ, Butler, οικονόμος, η Butler
- huhkia kreikaksi - κοπιάζω, εργάζομαι, εργασία, αλέσει, τρόχισμα, το τρόχισμα, άλεσμα, ...
Satunnaisia sanoja
Hovikelpoinen kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: το Δικαστήριο δέχεται, Δικαστηρίου απαγορεύει την, Δικαστηρίου απαγορεύει, το Δικαστήριο το επιτρέψει, του Δικαστηρίου απαγορεύει
Käännökset: το Δικαστήριο δέχεται, Δικαστηρίου απαγορεύει την, Δικαστηρίου απαγορεύει, το Δικαστήριο το επιτρέψει, του Δικαστηρίου απαγορεύει