Hylsy kreikaksi
Käännös: hylsy, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
περιτύλιγμα, πρίζα, υποδοχή, μανίκι, στέγαση, στεγαστικός, βαρέλι, κέλυφος, κοχύλι, κελύφους, περίβλημα, shell
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: hylsy
hylsy 36mm, hylsy englanniksi, hylsy materiaali, hylsy merkitys, hylsy porakoneeseen, hylsy kielisanakirja kreikka, hylsy kreikaksi
Käännökset
- hylly kreikaksi - ράφι, μέγγενη, βασανιστήριο, σχάρα, ζωής, ραφιού, στο ράφι, ...
- hyllyttäminen kreikaksi - ανάρτηση, ανακοπή, αναστολή, εναιώρημα, μακριά, φιλοξενούμενη, πόδια, ...
- hylätty kreikaksi - εγκαταλειμμένος, εγκαταλειφθεί, εγκαταλείφθηκε, εγκατέλειψε, εγκαταλελειμμένα
- hylätä kreikaksi - ξεφορτώνομαι, σκουπίδια, ρίχνω, παρατάω, απορρίπτω, εγκαταλείπω, πετώ, ...
Satunnaisia sanoja
Hylsy kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: περιτύλιγμα, πρίζα, υποδοχή, μανίκι, στέγαση, στεγαστικός, βαρέλι, κέλυφος, κοχύλι, κελύφους, περίβλημα, shell
Käännökset: περιτύλιγμα, πρίζα, υποδοχή, μανίκι, στέγαση, στεγαστικός, βαρέλι, κέλυφος, κοχύλι, κελύφους, περίβλημα, shell