Hyvittää kreikaksi
Käännös: hyvittää, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
αντισταθμίζω, αναπληρώνω, αντιστάθμιση, αποζημιώσει, αντισταθμίσει, αντισταθμίζουν, αντισταθμίσουν
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: hyvittää
hyvittää englanniksi, hyvittää käännös, hyvittää lasku englanniksi, hyvittää merkitys, hyvittää på svenska, hyvittää kielisanakirja kreikka, hyvittää kreikaksi
Käännökset
- hyvin kreikaksi - πολύς, πολύ, πραγματικός, λοιπόν, αναβλύζω, καλός, πηγάδι, ...
- hyvinvointi kreikaksi - πρόνοια, ευημερία, πλούτος, καλή διαβίωση, καλή διαβίωση των, την καλή διαβίωση, καλή μεταχείριση των
- hyvitys kreikaksi - αποζημίωση, συμψηφισμός, αποζημίωσης, αντιστάθμιση, αντιστάθμισης, αποζημιώσεως
- hyvyys kreikaksi - καλός, αγαθός, καλοσύνη, την καλοσύνη, καλοσύνης, τω Θεώ, Θεώ
Satunnaisia sanoja
Hyvittää kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: αντισταθμίζω, αναπληρώνω, αντιστάθμιση, αποζημιώσει, αντισταθμίσει, αντισταθμίζουν, αντισταθμίσουν
Käännökset: αντισταθμίζω, αναπληρώνω, αντιστάθμιση, αποζημιώσει, αντισταθμίσει, αντισταθμίζουν, αντισταθμίσουν