Jalostus kreikaksi
Käännös: jalostus, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
επεξεργασία, συγκέντρωση, βελτίωση, μεταποίηση, επεξεργασίας, μεταποίησης, την επεξεργασία
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: jalostus
jalostus englanniksi, jalostus ja kasvatus, jalostus kennelliitto, jalostus kennelliitto fi etusivu, jalostus merkitys, jalostus kielisanakirja kreikka, jalostus kreikaksi
Käännökset
- jalostamo kreikaksi - διυλιστήριο, διυλιστηρίου, διυλιστηρίων, διύλισης, διυλιστήρια
- jalostettu kreikaksi - εκλεπτυσμένος, ραφινάτος, καλλιεργημένος, επεξεργασία, μεταποιημένα, μεταποιημένων, σε επεξεργασία, ...
- jalous kreikaksi - μεγαλοψυχία, αριστοκρατία, γενναιοδωρία, αρχοντιά, ευγένεια, ευγενείς, ευγενών
- jalusta kreikaksi - εξέδρα, ευτελής, βάθρο, βάθρου, βάση, το βάθρο, βάση στήριξης
Satunnaisia sanoja
Jalostus kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: επεξεργασία, συγκέντρωση, βελτίωση, μεταποίηση, επεξεργασίας, μεταποίησης, την επεξεργασία
Käännökset: επεξεργασία, συγκέντρωση, βελτίωση, μεταποίηση, επεξεργασίας, μεταποίησης, την επεξεργασία