Kaivoskaasu kreikaksi

Käännös: kaivoskaasu, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
υγρός, νωπός, το εκρηκτικό αέριο, της περιεκτικότητας σε μεθάνιο, το εκρηκτικό αέριο ορυχείων, εκρηκτικό αέριο ορυχείων, εκρηκτικά αέρια ανθρακωρυχείου
Kaivoskaasu kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: kaivoskaasu

kaivoskaasu englanniksi, kaivoskaasu merkitys, kaivoskaasu ruotsiksi, kaivoskaasu sanaristikko, kaivoskaasu suomeksi, kaivoskaasu kielisanakirja kreikka, kaivoskaasu kreikaksi

Käännökset

  • kaivo kreikaksi - αναβλύζω, εκτινάσσομαι, πηγή, λοιπόν, άνοιξη, πηγάδι, βρύση, ...
  • kaivos kreikaksi - νάρκη, εργαζόμενος, μεταλλείο, ορυχείο, ορυχείου, των ναρκών, η δική μου
  • kaivosmies kreikaksi - ανθρακωρύχος, μεταλλωρύχος, Miner, ανθρακωρύχου, ανθρακωρύχων
  • kaivosteollisuus kreikaksi - εξορυκτική βιομηχανία, μεταλλευτική βιομηχανία, εξορυκτικής βιομηχανίας, βιομηχανία εξόρυξης, την εξορυκτική βιομηχανία
Satunnaisia sanoja
Kaivoskaasu kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: υγρός, νωπός, το εκρηκτικό αέριο, της περιεκτικότητας σε μεθάνιο, το εκρηκτικό αέριο ορυχείων, εκρηκτικό αέριο ορυχείων, εκρηκτικά αέρια ανθρακωρυχείου