Kanki kreikaksi
Käännös: kanki, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
στάμνα, κιγκλίδωμα, σκαλιστήρι, πάσσαλος, φτύνω, παρακώλυση, μπαρ, παλούκι, μοχλός, κάγκελο, εμποδίζω, φράζω, μίλησα, πτύω, εμπόδιο, φράσσω, ράβδος, ράβδο, ράβδου, βάκτρο, ράβδων
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: kanki
kanki 2014, kanki englanniksi, kanki harjoitus, kanki kaikkonen, kanki kukkonen, kanki kielisanakirja kreikka, kanki kreikaksi
Käännökset
- kankea kreikaksi - άκαμπτος, αλύγιστος, ισχυρός, αυστηρός, άτεγκτος, αδιάλλακτος, δυσκίνητος, ...
- kankeus kreikaksi - ακαμψία, δυσκαμψία, ακαμψίας, δυσκαμψίας, σκληρότητα
- kankkunen kreikaksi - πονοκέφαλο, Hangover, μετά το μεθύσι, το hangover, πονοκέφαλου οινοποσίας
- kankuri kreikaksi - υφαντής, weaver, υφαντή, υφάντρα, υφαντουργική επιχείρηση
Satunnaisia sanoja
Kanki kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: στάμνα, κιγκλίδωμα, σκαλιστήρι, πάσσαλος, φτύνω, παρακώλυση, μπαρ, παλούκι, μοχλός, κάγκελο, εμποδίζω, φράζω, μίλησα, πτύω, εμπόδιο, φράσσω, ράβδος, ράβδο, ράβδου, βάκτρο, ράβδων
Käännökset: στάμνα, κιγκλίδωμα, σκαλιστήρι, πάσσαλος, φτύνω, παρακώλυση, μπαρ, παλούκι, μοχλός, κάγκελο, εμποδίζω, φράζω, μίλησα, πτύω, εμπόδιο, φράσσω, ράβδος, ράβδο, ράβδου, βάκτρο, ράβδων