Kasti kreikaksi
Käännös: kasti, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
περιστατικό, βαλίτσα, θήκη, κάστα, υπόθεση, κοινωνική τάξη, κάστας, καστών, των καστών
Muut kielet
Liittyvät sanat: kasti
kashti za gosti, kasti adalah, kasti berasal dari, kasti berasal dari negara, kasti englanniksi, kasti kielisanakirja kreikka, kasti kreikaksi
Käännökset
- kastelu kreikaksi - άρδευση, άρδευσης, αρδευτικών, την άρδευση, αρδευτικά
- kastelujärjestelmä kreikaksi - άρδευση, σύστημα άρδευσης, αρδευτικό σύστημα, συστήματος άρδευσης, αρδευτικού συστήματος, σύστημα αρδεύσεως
- kastike kreikaksi - σάλτσα, δέσιμο, σάλτσας, τη σάλτσα, σως, σάλτσα από
- kastroida kreikaksi - τροποποιώ, αλλάζω, παραποιώ, μετατρέπω, ουδέτερος, ουδέτερο, το ουδέτερο, ...
Satunnaisia sanoja
Kasti kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: περιστατικό, βαλίτσα, θήκη, κάστα, υπόθεση, κοινωνική τάξη, κάστας, καστών, των καστών
Käännökset: περιστατικό, βαλίτσα, θήκη, κάστα, υπόθεση, κοινωνική τάξη, κάστας, καστών, των καστών