Kopea kreikaksi

Käännös: kopea, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
αυταρχικός, αλαζόνας, επιτακτικός, εγωκεντρικός, μάταιος, δεσποτικός, ματαιόδοξος, ξιπασμένος, υπερόπτης, επιτηδευμένος, υπεροπτικός, αγενής, αλαζονικός, αλαζονική, θράσους, υπεροπτική, αλαζονικές
Kopea kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: kopea

alison kopea, b kopea, id kopea com, kopea englanniksi, kopea korea, kopea kielisanakirja kreikka, kopea kreikaksi

Käännökset

  • koostaa kreikaksi - συναρμολογώ, συναθροίζω, για την κατάρτιση, να καταρτίσει, να συγκεντρώσει, να καταρτίζουν, για τη σύνταξη
  • koota kreikaksi - συγκεντρώνομαι, μαζεύομαι, μεταγλωττίζω, μαζεύω, περισυλλέγω, αποτελώ, συλλέγω, ...
  • kopeloida kreikaksi - αερολογώ, υπεκφεύγω, στήνω, εξοπλίζω, κουραφέξαλα, πόδι ζώου, πόδι, ...
  • kopio kreikaksi - αντιγράφω, αντίτυπο, αντίγραφο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
Satunnaisia sanoja
Kopea kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: αυταρχικός, αλαζόνας, επιτακτικός, εγωκεντρικός, μάταιος, δεσποτικός, ματαιόδοξος, ξιπασμένος, υπερόπτης, επιτηδευμένος, υπεροπτικός, αγενής, αλαζονικός, αλαζονική, θράσους, υπεροπτική, αλαζονικές