Korvata kreikaksi
Käännös: korvata, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
αντικαθιστώ, εκτοπίζω, εξαγοράζω, αντισταθμίζω, αναπληρώνω, αντικαταστήσει, αντικαταστήστε, αντικατάσταση, αντικαθιστούν, αντικαταστήσουν
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: korvata
korvata englanniksi, korvata etymologia, korvata fariinisokeri, korvata jollakin englanniksi, korvata kananmuna, korvata kielisanakirja kreikka, korvata kreikaksi
Käännökset
- korvaaminen kreikaksi - παραλλάζω, παραλλαγή, αλλάζω, αντικαταστάτης, αλλαγή, μετατροπή, αντικατάσταση, ...
- korvaava kreikaksi - αναπληρωματικός, υποκαθιστώ, αναπληρώνω, αντισταθμιστικές, αντισταθμιστικής, αντισταθμιστική, αντισταθμιστικών, ...
- korvaus kreikaksi - επίδομα, συμψηφισμός, επιχορήγηση, αποζημίωση, αποζημίωσης, αντιστάθμιση, αντιστάθμισης, ...
- korventaa kreikaksi - ανακρίνω, σχάρα, καψαλίζομαι, περικαίω, καψαλίζω, επιφανειακής θερμικής αλλοιώσεως
Satunnaisia sanoja
Korvata kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: αντικαθιστώ, εκτοπίζω, εξαγοράζω, αντισταθμίζω, αναπληρώνω, αντικαταστήσει, αντικαταστήστε, αντικατάσταση, αντικαθιστούν, αντικαταστήσουν
Käännökset: αντικαθιστώ, εκτοπίζω, εξαγοράζω, αντισταθμίζω, αναπληρώνω, αντικαταστήσει, αντικαταστήστε, αντικατάσταση, αντικαθιστούν, αντικαταστήσουν