Kovin kreikaksi
Käännös: kovin, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
πολύς, πραγματικός, πολύ, έτσι, αλήθεια, τόσο, πράγματι, ιδιαίτερα, είναι πολύ, εξαιρετικά, ακριβώς
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: kovin
karjalan kovin, kovin aine, kovin alkuaine, kovin englanniksi, kovin huume, kovin kielisanakirja kreikka, kovin kreikaksi
Käännökset
- kovertaa kreikaksi - σκάβω, βαθουλωμένος, κούφιος, κοίλος, υπόκωφος, κούφια, κοίλο, ...
- kovettua kreikaksi - εδραιώνω, εμπεδώνω, σκληραίνω, σκληρύνω, σκληραίνουν, σκληρύνει, να σκληρύνει
- kovuus kreikaksi - σκληρότητα, αυστηρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα
- kpl kreikaksi - κάθε, τεμ, τμχ, υπολογιστές, τεμάχια, pcs
Satunnaisia sanoja
Kovin kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: πολύς, πραγματικός, πολύ, έτσι, αλήθεια, τόσο, πράγματι, ιδιαίτερα, είναι πολύ, εξαιρετικά, ακριβώς
Käännökset: πολύς, πραγματικός, πολύ, έτσι, αλήθεια, τόσο, πράγματι, ιδιαίτερα, είναι πολύ, εξαιρετικά, ακριβώς