Kunnon kreikaksi

Käännös: kunnon, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
καθωσπρέπει, πρόσφορος, εύσχημος, εφαρμόσιμος, πρέπων, επαρκής, επιθυμητός, βολικός, νισάφι, σωστός, ευπρεπής, άξιος, ταιριαστός, κατάλληλος, καλός, καλή, καλό, καλής, καλές
Kunnon kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: kunnon

kunnon askel, kunnon englanniksi, kunnon katsastus, kunnon kauppa, kunnon keidas, kunnon kielisanakirja kreikka, kunnon kreikaksi

Käännökset

  • kunnollinen kreikaksi - εφαρμόσιμος, άξιος, κατάλληλος, πρόσφορος, βολικός, ταιριαστός, αξιοπρεπή, ...
  • kunnollisesti kreikaksi - ευπρεπής, ευπρεπέστατα, πρέπων, σωστά, εύσχημος, δεόντως, καταλλήλως, ...
  • kunnossapito kreikaksi - φροντίδα, φροντίζω, συντήρηση, συντήρησης, διατήρηση, τη συντήρηση, διατροφής
  • kunnostaa kreikaksi - επισκευάζω, ανακτώ, αναστηλώνω, αποκαθιστώ, ανακαινίζω, επισκευή, ανακαίνιση, ...
Satunnaisia sanoja
Kunnon kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: καθωσπρέπει, πρόσφορος, εύσχημος, εφαρμόσιμος, πρέπων, επαρκής, επιθυμητός, βολικός, νισάφι, σωστός, ευπρεπής, άξιος, ταιριαστός, κατάλληλος, καλός, καλή, καλό, καλής, καλές