Laatia kreikaksi
Käännös: laatia, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
διαπιστώνω, ιδρύω, αποτελώ, επιβάλλω, καθιερώνω, συγκροτώ, συλλέγω, μεταγλωττίζω, συντάσσω, συνθέτω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: laatia
laatia englanniksi, laatia imperfekti, laatia merkitys, laatia på svenska, laatia ristikoita, laatia kielisanakirja kreikka, laatia kreikaksi
Käännökset
- laari kreikaksi - κάδος, bin, Μπιν, κάδο, δοχείο
- laasti kreikaksi - γύψος, λευκοπλάστης, γουδί, κονίαμα, κονιάματος, το κονίαμα, κονιάματα
- laatija kreikaksi - συνθέτης, κατασκευαστής, συγγραφέας, συγγραφέα, Συντάκτης, συντάκτη, δημιουργού
- laatikko kreikaksi - συρτάρι, κουτί, κιβώτιο, πλαίσιο, παράθυρο, box
Satunnaisia sanoja
Laatia kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: διαπιστώνω, ιδρύω, αποτελώ, επιβάλλω, καθιερώνω, συγκροτώ, συλλέγω, μεταγλωττίζω, συντάσσω, συνθέτω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει
Käännökset: διαπιστώνω, ιδρύω, αποτελώ, επιβάλλω, καθιερώνω, συγκροτώ, συλλέγω, μεταγλωττίζω, συντάσσω, συνθέτω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει