Lainlaadinta kreikaksi
Käännös: lainlaadinta, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
νομοθεσία, θεσμοθέτηση, σύνταξη νομοθετικών κειμένων, τη σύνταξη νομοθετικών κειμένων, νομοθετική σύνταξη, νομοτεχνική σύνταξη
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: lainlaadinta
lainlaadinta englanniksi, lainlaadinta merkitys, lainlaadinta ruotsiksi, lainlaadinta sanaristikko, lainlaadinta suomeksi, lainlaadinta kielisanakirja kreikka, lainlaadinta kreikaksi
Käännökset
- lainkuuliainen kreikaksi - νομοταγείς, νομοταγών, τους νομοταγείς, νομοταγής, νομοταγή
- lainkäyttö kreikaksi - δικαιοδοσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία
- lainmuutos kreikaksi - τροπολογία, η νομοθετική τροποποίηση, η νομοθετική μεταβολή, μεταβολή της νομοθεσίας
- lainoittaa kreikaksi - υποθηκεύω, υποθήκη, χρηματοδοτώ, σε, για, στην, να, ...
Satunnaisia sanoja
Lainlaadinta kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: νομοθεσία, θεσμοθέτηση, σύνταξη νομοθετικών κειμένων, τη σύνταξη νομοθετικών κειμένων, νομοθετική σύνταξη, νομοτεχνική σύνταξη
Käännökset: νομοθεσία, θεσμοθέτηση, σύνταξη νομοθετικών κειμένων, τη σύνταξη νομοθετικών κειμένων, νομοθετική σύνταξη, νομοτεχνική σύνταξη