Leuhka kreikaksi

Käännös: leuhka, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
δεσποτικός, μάταιος, ξιπασμένος, επιτακτικός, καμαρωτός, αλαζονικός, ματαιόδοξος, περήφανος, αυταρχικός, εγωκεντρικός, κομπαστικός, αλαζόνες, καυχησιάρικη, καυχησιάρικο, καυχησιάρικος
Leuhka kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: leuhka

leuhka englanniksi, leuhka ihminen, leuhka kaveri, leuhka kirves, leuhka merkitys, leuhka kielisanakirja kreikka, leuhka kreikaksi

Käännökset

  • letto kreikaksi - έλος, βάλτος, μαζεύω, Fen, βάλτους, βάλτων, βάλτος-
  • lettu kreikaksi - τηγανίτα, κρεπ, κρέπα, pancake, τηγανίτες, τηγανίτας
  • leuka kreikaksi - σαγόνι, πηγούνι, το πηγούνι, πηγουνιού, πιγούνι
  • leuto kreikaksi - πράος, ήπιος, γλυκός, ευγενικά, ήπια, ήπιο, ήπιες, ...
Satunnaisia sanoja
Leuhka kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: δεσποτικός, μάταιος, ξιπασμένος, επιτακτικός, καμαρωτός, αλαζονικός, ματαιόδοξος, περήφανος, αυταρχικός, εγωκεντρικός, κομπαστικός, αλαζόνες, καυχησιάρικη, καυχησιάρικο, καυχησιάρικος