Liike kreikaksi
Käännös: liike, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
μετακομίζω, βάζω, αποθηκεύω, σαλεύω, πρόταση, κινώ, κίνηση, μαγαζί, εγκεφαλικό, χτύπημα, χαϊδεύω, κίνημα, γνέφω, επιχείρηση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: liike
dna liike, hoover liike, hyvää huomenta liike, lapuan liike, liike energia, liike kielisanakirja kreikka, liike kreikaksi
Käännökset
- liikasanainen kreikaksi - υπεράριθμος, πλεονάζων, κατάχρηση, υπερβολική χρήση, από κατάχρηση, υπερβολική, κατάχρησης
- liikauttaa kreikaksi - ταραχή, ανάδευσης, αναδεύσεως, ανακατεύετε, ανακατεύουμε
- liikeapulainen kreikaksi - υπάλληλος, βοηθός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
- liikearvo kreikaksi - φήμη και πελατεία, πελατεία, Η υπεραξία, Υπεραξία, υπεραξία που
Satunnaisia sanoja
Liike kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: μετακομίζω, βάζω, αποθηκεύω, σαλεύω, πρόταση, κινώ, κίνηση, μαγαζί, εγκεφαλικό, χτύπημα, χαϊδεύω, κίνημα, γνέφω, επιχείρηση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
Käännökset: μετακομίζω, βάζω, αποθηκεύω, σαλεύω, πρόταση, κινώ, κίνηση, μαγαζί, εγκεφαλικό, χτύπημα, χαϊδεύω, κίνημα, γνέφω, επιχείρηση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές