Mätäneminen kreikaksi
Käännös: mätäneminen, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ξεμαύλισμα, εκμαυλισμός, παρακμάζω, μαύλισμα, φθορά, σαπίζω, διαφθορά, παρακμή, σήψη, σήψης, σήψεως, η σήψη, καταπολέμηση της σήψης
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: mätäneminen
haavan mätäneminen, hampaiden mätäneminen, hiiren mätäneminen, ihmisen mätäneminen, kesäkurpitsan mätäneminen, mätäneminen kielisanakirja kreikka, mätäneminen kreikaksi
Käännökset
- mätä kreikaksi - αλλοιώνω, σαπισμένος, φθορά, άθλιος, σαθρός, σαπίζω, ξεμαυλίζω, ...
- mätähaava kreikaksi - έλκος, σάπια, σάπιο, σάπιου, τα σάπια, σάπιος
- mätäpaise kreikaksi - καρκίνος, έλκος, έλκους, του έλκους, έλκος του, το έλκος
- mäyrä kreikaksi - ασβός, παρενοχλώ, ασβού, badger, ασβών, ασβό
Satunnaisia sanoja
Mätäneminen kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ξεμαύλισμα, εκμαυλισμός, παρακμάζω, μαύλισμα, φθορά, σαπίζω, διαφθορά, παρακμή, σήψη, σήψης, σήψεως, η σήψη, καταπολέμηση της σήψης
Käännökset: ξεμαύλισμα, εκμαυλισμός, παρακμάζω, μαύλισμα, φθορά, σαπίζω, διαφθορά, παρακμή, σήψη, σήψης, σήψεως, η σήψη, καταπολέμηση της σήψης