Mainosala kreikaksi
Käännös: mainosala, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
διαφημιστικός, διαφήμιση, διαφημιστικά, διαφήμισης, τη διαφήμιση, διαφημίσεις
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: mainosala
mainosala englanniksi, mainosala liitto, mainosala merkitys, mainosala opiskelu, mainosala palkka, mainosala kielisanakirja kreikka, mainosala kreikaksi
Käännökset
- mainonta kreikaksi - ανάδειξη, προαγωγή, δημοσιότητα, προώθηση, διαφήμιση, διαφημιστικός, διαφημιστικά, ...
- mainos kreikaksi - διαφημιστικός, διαφήμιση, προαγωγή, ανάδειξη, δημοσιότητα, εμπορικός, προώθηση, ...
- mainoselokuva kreikaksi - εμπορικός, διαφήμιση, διαφημιστική ταινία, προωθητικό φιλμ, το προωθητικό φιλμ, διαφημιστικό φιλμάκι, προωθητικό φιλμ για
- mainoslehtinen kreikaksi - έντυπος αγγελία, διαφημιστικό φυλλάδιο, έντυπης αγγελίας
Satunnaisia sanoja
Mainosala kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: διαφημιστικός, διαφήμιση, διαφημιστικά, διαφήμισης, τη διαφήμιση, διαφημίσεις
Käännökset: διαφημιστικός, διαφήμιση, διαφημιστικά, διαφήμισης, τη διαφήμιση, διαφημίσεις