Makea kreikaksi
Käännös: makea, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
καραμέλα, απαλός, ευγενικός, ήπιος, γλυκός, τρυφερός, πράος, μαλακός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: makea
makea chilikastike, makea design, makea elämä, makea englanniksi, makea kuohuviini, makea kielisanakirja kreikka, makea kreikaksi
Käännökset
- majuri kreikaksi - σημαντικός, ταγματάρχης, μείζων, μεγάλες, σημαντική, σημαντικές, μεγάλων
- makasiini kreikaksi - περιοδικό, περιοδικού, το περιοδικό, περιοδικών, γεμιστήρα
- makeiset kreikaksi - καραμέλα, ζαχαροπλαστική, γλυκίσματα, ζαχαροπλαστείο, ζαχαρωτά, ζαχαροπλαστικής
- makeisteollisuus kreikaksi - ζαχαροπλαστική, γλυκίσματα, ζαχαροπλαστείο, ζαχαρωτά, ζαχαροπλαστικής
Satunnaisia sanoja
Makea kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: καραμέλα, απαλός, ευγενικός, ήπιος, γλυκός, τρυφερός, πράος, μαλακός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές
Käännökset: καραμέλα, απαλός, ευγενικός, ήπιος, γλυκός, τρυφερός, πράος, μαλακός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές