Melske kreikaksi

Käännös: melske, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
κινούμαι, αναστάτωση, ανακατεύω, θόρυβος, αναδεύω, ενόχληση, ρακέτα, πάταγος, φασαρία, σαματάς, κινώ, το DIN, το πρότυπο DIN, κρότος
Melske kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: melske

aol meslek, melske de vette, melske englanniksi, melske merkitys, melske ruotsiksi, melske kielisanakirja kreikka, melske kreikaksi

Käännökset

  • meloa kreikaksi - κουπί, πτερύγιο, αναδευτήρα, με πτερύγια, κουτάλας
  • melodia kreikaksi - μελωδία, μελωδίας, τη μελωδία, ελωδία, μελωδίες
  • melu kreikaksi - ρακέτα, σαματάς, θόρυβος, χασμωδία, πάταγος, θορύβου, θόρυβο, ...
  • meluava kreikaksi - ηχηρός, βροντερός, θορυβώδης, θορυβώδη, θορυβώδες, θορυβώδεις, θόρυβο
Satunnaisia sanoja
Melske kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: κινούμαι, αναστάτωση, ανακατεύω, θόρυβος, αναδεύω, ενόχληση, ρακέτα, πάταγος, φασαρία, σαματάς, κινώ, το DIN, το πρότυπο DIN, κρότος