Merkittävä kreikaksi
Käännös: merkittävä, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ουσιαστικός, στερεός, ουσιαστικό, νεύω, αρκετός, σήμα, αξιόλογος, γνέφω, αξιοσημείωτος, σημαντικός, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: merkittävä
merkitsevä numero, merkittävä englanniksi, merkittävä historiallinen tapahtuma, merkittävä ilmastonmuutoksen aiheuttaja, merkittävä korrelaatio, merkittävä kielisanakirja kreikka, merkittävä kreikaksi
Käännökset
- merkitty kreikaksi - σήμανση, επισημαίνονται, σημειώνονται, σημειώνεται, σηματοδότησε
- merkittävyys kreikaksi - σημασία, σημασίας, σπουδαιότητα, τη σημασία, σημαντικότητα
- merkityksellinen kreikaksi - σημαντικός, αξιοσημείωτος, αξιόλογος, αρκετός, σπουδαίος, σχετικός, σχετικές, ...
- merkityksetön kreikaksi - αμελητέος, χωρίς νόημα, νόημα, νοήματος, ανούσια, άνευ σημασίας
Satunnaisia sanoja
Merkittävä kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ουσιαστικός, στερεός, ουσιαστικό, νεύω, αρκετός, σήμα, αξιόλογος, γνέφω, αξιοσημείωτος, σημαντικός, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά
Käännökset: ουσιαστικός, στερεός, ουσιαστικό, νεύω, αρκετός, σήμα, αξιόλογος, γνέφω, αξιοσημείωτος, σημαντικός, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά