Muokata kreikaksi

Käännös: muokata, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
διαμορφώνω, σκαλίζω, επιρροή, καλλιεργώ, μορφώνω, σχήμα, μετατρέπω, μεταβάλλω, επενέργεια, μετουσιώνω, επενεργώ, κανονίζω, σχηματίζω, Επεξεργασία, edit, επεξεργαστείτε, να επεξεργαστείτε, Επεξεργ
Muokata kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: muokata

muokata englanniksi, muokata merkitys, muokata ruotsiksi, muokata sanaristikko, muokata suomeksi, muokata kielisanakirja kreikka, muokata kreikaksi

Käännökset

  • muodostelma kreikaksi - σχηματισμός, διάταξη, σύστημα, διαμόρφωση, σχηματισμό, σχηματισμού, το σχηματισμό
  • muodoton kreikaksi - άμορφος, άμορφο, άμορφη, άμορφου, άμορφα
  • muona kreikaksi - προμήθεια, τροφή, μέριμνα, φαγητό, τροφοεφόδια, ανεφοδιασμούς σε τροφοεφόδια, γιά επιβίωση, ...
  • muonittaa kreikaksi - εφοδιάζω, προμηθεύω, τροφοδοτώ, ανεφοδιασμό, τον ανεφοδιασμό
Satunnaisia sanoja
Muokata kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: διαμορφώνω, σκαλίζω, επιρροή, καλλιεργώ, μορφώνω, σχήμα, μετατρέπω, μεταβάλλω, επενέργεια, μετουσιώνω, επενεργώ, κανονίζω, σχηματίζω, Επεξεργασία, edit, επεξεργαστείτε, να επεξεργαστείτε, Επεξεργ