Muoti kreikaksi
Käännös: muoti, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
στύλος, σχηματίζω, ύφος, πλάθω, διαμορφώνω, τρόπος, μόδα, μόδας, τρόπο, της μόδας, τη μόδα
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: muoti
80 luvun muoti, 80-luvun muoti, 90-luvun muoti, kevään muoti, miesten muoti, muoti kielisanakirja kreikka, muoti kreikaksi
Käännökset
- muona kreikaksi - προμήθεια, τροφή, μέριμνα, φαγητό, τροφοεφόδια, ανεφοδιασμούς σε τροφοεφόδια, γιά επιβίωση, ...
- muonittaa kreikaksi - εφοδιάζω, προμηθεύω, τροφοδοτώ, ανεφοδιασμό, τον ανεφοδιασμό
- muoto kreikaksi - σχήμα, στύλος, ετοιμασία, τακτοποίηση, βολή, ύφος, επιτελείο, ...
- muoto-oppi kreikaksi - μορφολογία, μορφολογίας, τη μορφολογία, μορφολογία του, η μορφολογία
Satunnaisia sanoja
Muoti kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: στύλος, σχηματίζω, ύφος, πλάθω, διαμορφώνω, τρόπος, μόδα, μόδας, τρόπο, της μόδας, τη μόδα
Käännökset: στύλος, σχηματίζω, ύφος, πλάθω, διαμορφώνω, τρόπος, μόδα, μόδας, τρόπο, της μόδας, τη μόδα