Neuvotella kreikaksi

Käännös: neuvotella, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
διαπραγματεύομαι, συμβουλεύομαι, ανατρέχω, διαπραγματευτεί, διαπραγματευθεί, διαπραγματεύονται, διαπραγματευτούν, διαπραγματεύεται
Neuvotella kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: neuvotella

miten neuvotella, neuvotella englanniksi, neuvotella merkitys, neuvotella på svenska, neuvotella ruotsiksi, neuvotella kielisanakirja kreikka, neuvotella kreikaksi

Käännökset

  • neuvosmies kreikaksi - δημοτικός σύμβουλος, Alderman, δημοτικό σύμβουλο, αντιδημάρχου, αντιδήμαρχο
  • neuvosto kreikaksi - συμβούλιο, δήμος, Συμβουλίου, του Συμβουλίου, Συμβουλίου για
  • neuvottelu kreikaksi - διαπραγμάτευση, συμβουλεύω, καμαρίλα, συζήτηση, συνέντευξη, σύσκεψη, συνέδριο, ...
  • neva kreikaksi - μαζεύω, έλος, βάλτος, τέλμα, τελματούμαι, τελματώ, τυρφώνες
Satunnaisia sanoja
Neuvotella kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: διαπραγματεύομαι, συμβουλεύομαι, ανατρέχω, διαπραγματευτεί, διαπραγματευθεί, διαπραγματεύονται, διαπραγματευτούν, διαπραγματεύεται