Oikoa kreikaksi
Käännös: oikoa, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
διορθώνω, επεκτείνω, τροποποιώ, εκτείνω, σωστός, εκτείνομαι, λειαίνουν, ομαλή κάτω, λειαίνουν τα, λειαίνει τα
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: oikoa
oikoa englanniksi, oikoa merkitys, oikoa ratkojat, oikoa ruotsiksi, oikoa sanan taivutus, oikoa kielisanakirja kreikka, oikoa kreikaksi
Käännökset
- oikku kreikaksi - αφύσικο, φρικιό, καπρίτσιο, ορμή, ιδιοτροπία, τέχνασμα, ιδιορρυθμία, ...
- oikkuileva kreikaksi - αλλοπρόσαλλος, δύστροπος, ακυβέρνητο, δύστροπη, δύστροπο, στρεβλές
- oikolukea kreikaksi - απόδειξη, πειστήριο, διορθώνω τυπογραφικά δοκίμια, proofread, Διορθώστε, Διορθώστε Μετάφραση, διορθώσεων από
- oikopäätä kreikaksi - αμέσως, για, σχετικά με, σχετικά, σε, στην
Satunnaisia sanoja
Oikoa kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: διορθώνω, επεκτείνω, τροποποιώ, εκτείνω, σωστός, εκτείνομαι, λειαίνουν, ομαλή κάτω, λειαίνουν τα, λειαίνει τα
Käännökset: διορθώνω, επεκτείνω, τροποποιώ, εκτείνω, σωστός, εκτείνομαι, λειαίνουν, ομαλή κάτω, λειαίνουν τα, λειαίνει τα