Oppilaitos kreikaksi
Käännös: oppilaitos, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
σχολείο, εκπαιδευτικό ίδρυμα, εκπαιδευτικού ιδρύματος, εκπαιδευτηρίου, εκπαιδευτικό οργανισμό, εκπαιδευτικού τους ιδρύματος
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: oppilaitos
ammatillinen oppilaitos, helsingin palvelualojen oppilaitos, oppilaitos englanniksi, oppilaitos helsinki, oppilaitos in english, oppilaitos kielisanakirja kreikka, oppilaitos kreikaksi
Käännökset
- oppijakso kreikaksi - πλεύση, πιάτο, μάθημα, μαθήματος, δίδαγμα, μαθημάτων, μάθημά
- oppikirja kreikaksi - βιβλίο, εγχειρίδιο, βιβλίου, εγχειριδίου, εγχειριδίων
- oppilas kreikaksi - μαθήτρια, φοιτητής, μαθητής, φοιτήτρια, δόκιμος, εκπαιδευόμενος, σπουδαστής, ...
- oppimaton kreikaksi - αμαθής, αγνοών, αγράμματος, αγράμματοι, χωρίς γράμματα, οι αγράμματοι
Satunnaisia sanoja
Oppilaitos kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: σχολείο, εκπαιδευτικό ίδρυμα, εκπαιδευτικού ιδρύματος, εκπαιδευτηρίου, εκπαιδευτικό οργανισμό, εκπαιδευτικού τους ιδρύματος
Käännökset: σχολείο, εκπαιδευτικό ίδρυμα, εκπαιδευτικού ιδρύματος, εκπαιδευτηρίου, εκπαιδευτικό οργανισμό, εκπαιδευτικού τους ιδρύματος