Osallistuja kreikaksi
Käännös: osallistuja, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ακόλουθος, μέλος, στέλεχος, λήμμα, συμμέτοχος, καταχώρηση, είσοδος, συμμετέχων, συμμετέχοντα, συμμετέχοντος, συμμετέχοντες
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: osallistuja
osallistuja englanniksi, osallistuja lomake, osallistuja merkitys, osallistuja mobiili, osallistuja ruotsiksi, osallistuja kielisanakirja kreikka, osallistuja kreikaksi
Käännökset
- osallinen kreikaksi - εξάρτημα, συστατικός, που εμπλέκονται, εμπλέκονται, που συμμετέχουν, συμμετέχουν, συμμετέχει
- osallistua kreikaksi - εισέρχομαι, μπαίνω, μοιράζομαι, ασκώ, κλήρος, μοιράζω, επιδιώκω, ...
- osallistuminen kreikaksi - αρραβώνες, παρουσία, συμμετοχή, εμπλοκή, συμμετοχής, η συμμετοχή, τη συμμετοχή
- osallisuus kreikaksi - αρραβώνες, συμπερίληψη, ένταξη, ένταξης, ενσωμάτωση, καταχώριση
Satunnaisia sanoja
Osallistuja kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ακόλουθος, μέλος, στέλεχος, λήμμα, συμμέτοχος, καταχώρηση, είσοδος, συμμετέχων, συμμετέχοντα, συμμετέχοντος, συμμετέχοντες
Käännökset: ακόλουθος, μέλος, στέλεχος, λήμμα, συμμέτοχος, καταχώρηση, είσοδος, συμμετέχων, συμμετέχοντα, συμμετέχοντος, συμμετέχοντες