Osanen kreikaksi
Käännös: osanen, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
κλήρος, θραύσμα, μοιράζω, σωματίδιο, διορία, κομματάκι, μόριο, τρίμηνο, μοιράζομαι, όρος, σωματιδίων, σωματιδίου, των σωματιδίων, τεμαχιδίων
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: osanen
antti osanen, ilkka oksanen, jukka osanen, kari osanen, markus oksanen, osanen kielisanakirja kreikka, osanen kreikaksi
Käännökset
- osallisuus kreikaksi - αρραβώνες, συμπερίληψη, ένταξη, ένταξης, ενσωμάτωση, καταχώριση
- osamäärä kreikaksi - μερίδα, πηλίκο, πηλίκον, λόγος, πηλίκου, το πηλίκο
- osanottaja kreikaksi - συμμέτοχος, ακόλουθος, μέλος, παίκτης, στέλεχος, συμμετέχων, συμμετέχοντα, ...
- osanottajaton kreikaksi - ασυνόδευτος
Satunnaisia sanoja
Osanen kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: κλήρος, θραύσμα, μοιράζω, σωματίδιο, διορία, κομματάκι, μόριο, τρίμηνο, μοιράζομαι, όρος, σωματιδίων, σωματιδίου, των σωματιδίων, τεμαχιδίων
Käännökset: κλήρος, θραύσμα, μοιράζω, σωματίδιο, διορία, κομματάκι, μόριο, τρίμηνο, μοιράζομαι, όρος, σωματιδίων, σωματιδίου, των σωματιδίων, τεμαχιδίων